Dada Life and Art Periods

"Το ΝΤΑΝΤΑ, όσο γι΄ αυτό, μυρίζει σαν το τίποτα, είναι τίποτα, τίποτα, τίποτα."

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο Ντανταϊσμός ή Νταντά (Dada) ήταν ένα καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κίνημα που ξεκίνησε το 1916 στη Ζυρίχη της Ελβετίας. Προέκυψε ως αντίδραση στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον εθνικισμό και τον ορθολογισμό, που πολλοί πίστευαν ότι επέφεραν τον πόλεμο. Επηρεασμένος από τις ιδέες και τις καινοτομίες πολλών πρώιμων πρωτοπόρων - Κυβισμός, Φουτουρισμός, Κονστρουκτιβισμός, και Εξπρεσιονισμός - τα προϊόντα του ήταν πολύ διαφορετικά, που κυμαίνονταν από την performance art (περφόρμανς) μέχρι την ποίηση, τη φωτογραφία, τη γλυπτική, τη ζωγραφική και το κολάζ. Η αισθητική του Ντανταϊσμού, η οποία χαρακτηρίστηκε από την παρωδία των υλιστικών και των εθνικιστικών συμπεριφορών, αποδείχθηκε μια ισχυρή επιρροή για τους καλλιτέχνες σε πολλές πόλεις, όπως το Βερολίνο, το Ανόβερο, το Παρίσι, η Νέα Υόρκη και η Κολωνία, που όλες τους γέννησαν τις δικές τους ομάδες. Το κίνημα πιστεύεται ότι διαλύθηκε με την άφιξη των Σουρεαλιστών στη Γαλλία.

ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Ο Ντανταϊσμός γεννήθηκε από μια ομάδα πρωτοπόρων ζωγράφων, ποιητών και σκηνοθετών, οι οποίοι συνέρρευσαν στην ουδέτερη Ελβετία πριν και κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Το κίνημα ξεκίνησε τη δράση του από το Καμπαρέ Βολτέρος (Cabaret Voltaire) στη Ζυρίχη το Φεβρουάριο του 1916. Το καμπαρέ πήρε το όνομά του από το Γάλλο σατιρικό συγγραφέα του δέκατου όγδοου αιώνα, Βολτέρο, του οποίου το θεατρικό έργο Ειλικρινής (Candide) χλεύασε τις ηλιθιότητες της κοινωνίας του. Όπως ο Hugo Ball (Ούγκο Μπάλ), ένας από τους ιδρυτές της ομάδας των Ντανταϊστών της Ζυρίχης, έγραψε, "Αυτό είναι ο δικός μας Ειλικρινής έναντι των καιρών."
Τόσο αφωσιωμένοι ήταν οι Ντανταϊστές στο να αντιτίθενται σε όλα τα πρότυπα της αστικής κουλτούρας, που η ομάδα, σχεδόν, δεν ήταν υπέρ του εαυτού της: "Το Νταντά είναι αντί-Νταντά", συχνά διαλαλούσαν.
Η ντανταϊστική τέχνη ποικίλλει τόσο πολύ, που είναι δύσκολο να μιλάμε για ένα συνεκτικό ύφος. Ήταν έντονα επηρεασμένη από τις φουτουριστικές και τις εξπρεσιονιστικές ανησυχίες σχετικά με την τεχνολογική πρόοδο, ενώ καλλιτέχνες, όπως ο Hans Arp (Χανς Αρπ), εισήγαγαν, επίσης, ένα ενδιαφέρον για το τυχαίο και άλλες ζωγραφικές συμβάσεις.

ΑΡΧΗ

Αηδιασμένοι από τον εθνικισμό, που είχε επιταχύνει την πορεία προς τον πόλεμο το 1914, οι Ντανταϊστές ήταν πάντα σε αντίθεση με τον αυταρχισμό και με κάθε μορφή ομαδικής ηγεσίας ή καθοδηγούμενης ιδεολογίας. Το ενδιαφέρον τους ήταν, κατά κύριο λόγο, να επαναστατούν ενάντια σε αυτό που έβλεπαν ως πολιτιστικό σνομπισμό, αστική σύμβαση ή πολιτική υποστήριξη για τον πόλεμο. Ντανταϊστικά γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων αυθόρμητων αναγνώσεων, παραστάσεων και εκθέσεων, λάμβαναν χώρα για τρία χρόνια στο Καμπαρέ Βολτέρος του Hugo Ball, πριν ο Tristan Tzara (Τριστάν Τζαρά) να υποστηρίξει ότι είχε επινοήσει τη λέξη Νταντά (Dada), στο Μανιφέστο του Ντανταϊσμού, το 1918. Διάφορες εξηγήσεις έχουν κυκλοφορήσει για το όνομα της ομάδας, αλλά η πιο συνηθισμένη είναι αυτή που διατύπωσε ο συν-ιδρυτής του κινήματος Richard Huelsenbeck (Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ), ο οποίος είπε ότι βρήκε το όνομα μπήγοντας ένα μαχαίρι, τυχαία, σε ένα λεξικό. Πρόκειται για έναν γαλλικό όρο της καθομιλουμένης για το παιδικό ξύλινο αλογάκι , όμως απηχεί, επίσης, τα πρώτα λόγια ενός παιδιού, και αυτοί οι υπαινιγμοί της παιδικότητας και του παραλογισμού προσέλκυαν το ενδιαφέρον της ομάδας, τα μέλη της οποίας ήταν πρόθυμα να θέσουν μια απόσταση μεταξύ των εαυτών τους και της νηφαλιότητας της συμβατικής κοινωνίας. Η λέξη, επίσης, τους ήταν ιδιαίτερα ελκυστική, γιατί μπορούσε να σημαίνει το ίδιο (και τίποτα) σε όλες τις γλώσσες - καθώς η ομάδα ήταν, ομολογουμένως, διεθνιστική.

MORE

ΙΔΕΕΣ & ΎΦΟΣ

Οι διαπολιτισμικές δυνατότητες της γλώσσας ήταν στο επίκεντρο των ιδεών του κινήματος για την ελευθερία της έκφρασης: ο Hugo Ball, στις πρώτες αναγνώσεις ηχο-ποιημάτων στο Cabaret Voltaire, το τόνισε αυτό, αποδομώντας τις λέξεις σε μια σειρά από λαρυγγικός ήχους, που θα ήταν καθολικά κατανοητοί. Επίσης, εικαστικοί καλλιτέχνες, όπως ο Hans Arp, χρησιμοποίησαν αφηρημένες συνθέσεις τυχαία φτιαγμένες, για να εκφράσουν σχέδια και μορφές στη φύση, που ήταν εκφραστικές, ανεξάρτητα από το πολιτιστικό υπόβαθρο του καθενός.

Συνολικά, τα ντανταϊστικά έργα παρουσιάζουν ένα ενδιαφέρον παράδοξο, στο ότι επιδιώκουν να απομυθοποιήσουν τα έργα τέχνης στη λαϊκίστικη λογική, αλλά, παρ΄ όλα αυτά, παραμένουν αρκετά απόκρυφα, ώστε να επιτρέψουν στο θεατή να τα ερμηνεύσει με ποικίλους τρόπους. Όπως και οι Κυβιστές, μερικοί Ντανταϊστές απεικόνιζαν ανθρώπους και σκηνές αντιπροσωπευτικά, προκειμένου να αναλύσουν τη μορφή και την κίνηση. Άλλοι καλλιτέχνες, όπως ο Kurt Schwitters (Κουρτ Σβίττερς), εφάρμοσαν την αφαίρεση, για να εκφράσουν τη μεταφυσική ουσία του θέματός τους. Και οι δύο τρόποι προσπάθησαν να αποδομήσουν την καθημερινή εμπειρία με προκλητικό, επαναστατικό τρόπο. Το κλειδί για την κατανόηση των έργων του Ντανταϊσμού βρίσκεται στη συμφιλίωση του φαινομενικά ανόητου, βιαστικού ύφους με το αυστηρό, αντιπολεμικό μήνυμα. Ο Tristan Tzara αντιτάχθηκε ιδιαίτερα στη θεώρηση ότι ο Ντανταϊσμός ήταν μια δήλωση· εν τούτοις, ο ίδιος και οι συνάδελφοί του καλλιτέχνες αναστατώνονταν όλο και περισσότερο από την πολιτική και προσπάθησαν να υποκινήσουν μια παρόμοια οργή στο κοινό του Νταντά.

Η εξάπλωση του Ντανταϊσμού

Το τέλος του Νταντά στη Ζυρίχη ακολούθησε την έκδοση του Νταντά 4-5 (Dada 4-5) τον Απρίλιο του 1919, που προκάλεσε ταραχή. Σύντομα μετά από αυτό, ο Tristan Tzara ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου συνάντησε τον André Breton (Αντρέ Μπρετόν) και άρχισε τη διατύπωση των θεωριών, που ο Breton θα αποκαλούσε, τελικά, Σουρεαλισμό. Οι Ντανταϊστές δεν ήθελαν συνειδητά να ανακηρύξουν μικρά, τοπικά κινήματα, αλλά, όπως συνέβη, η εξάπλωση του Νταντά σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις και στη Νέα Υόρκη μπορεί να αποδοθεί σε μερικούς βασικούς καλλιτέχνες και κάθε πόλη, με τη σειρά της, επηρέασε την αισθητική των αντίστοιχων ντανταϊστικών ομάδων. Στο Βερολίνο, το Club Dada έδρασε από το 1918 ως το 1923, περιλαμβάνοντας ως συμμετέχοντες καλλιτέχνες τους Johannes Baader (Γιοχάνες Μπάαντερ), George Grosz (Γκέοργκ Γκρος), Hannah Höch (Χάνα Χεχ) και Raoul Hausmann (Ραούλ Χάουσμαν). Πιο κοντά στην εμπόλεμη ζώνη, οι Ντανταϊστές του Βερολίνου έκαναν, από πολιτικής πλευράς, σατιρικά έργα ζωγραφικής και κολάζ που χαρακτηρίζονταν από εικόνες του πολέμου, φιγούρες της κυβέρνησης και αποκόμματα πολιτικών κινουμένων σχεδίων, που καταδείκνυαν το δριμύ σχολιασμό. Στο Ανόβερο, η ομάδα Merz, συμπεριλαμβανομένου του Kurt Schwitters, έκανε έργα που αντλούσαν την έμπνευση από τον Κονστρουκτιβισμό. Τα έργα του Schwitters, ιδίως, εξετάζουν τις ανησυχίες του μοντερνισμού σχετικά με το σχήμα και το χρώμα. Στην Κολωνία, ο Hans Arp έκανε σημαντικές ανακαλύψεις στο κολάζ κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με τον Max Ernst (Μαξ Ερνστ). Και στο Παρίσι, υπό την επιρροή μορφών όπως ο Francis Picabia (Φράνσις Πικάμπια) και ο Tzara, το κίνημα υιοθέτησε έναν πιο φίνο τόνο, πριν καταρρεύσει από τις εσωτερικές διαφωνίες, παραχωρώντας τη θέση του στο Σουρεαλισμό.

ΕΞΕΛΙΞΗ

Καθώς οι Arp, Ernst, και Tzara πήγαν στο Παρίσι, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, θέτοντας τα ντανταϊστικά ενδιαφέροντα στην ελεύθερη έκφραση και την αποδόμηση τόσο της φόρμας όσο και των συμβατικών ιδεών, για εκείνους που θα γίνονταν Σουρεαλιστές. Η ντανταϊστική παράδοση του παραλογισμού οδήγησε άμεσα στην αγάπη των Σουρεαλιστών για τη φαντασία και την έκφραση του πλασματικού. Καλλιτέχνες, όπως ο Max Ernst, θεωρούνται μέλη και του Νταντά και του Σουρεαλισμού, από τη στιγμή που τα έργα τους λειτούργησαν ως καταλύτες, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή στην τέχνη, με βάση το ασυνείδητο.

Ο Duchamp και η Νέα Υόρκη

Ο Marcel Duchamp (Μαρσέλ Ντυσάν) παρείχε μια κρίσιμη δημιουργική σύνδεση μεταξύ των Ντανταϊστών της Ζυρίχης και των πρώτων Σουρεαλιστών του Παρισιού, όπως ο Breton. Η ελβετική ομάδα θεωρούσε τα "έτοιμα" έργα (readymades) του Marcel Duchamp ως νατνταϊστικά έργα τέχνης και εκτίμησε το χιούμορ του Duchamp και την άρνησή του να ορίσει την τέχνη. Ο Duchamp, μαζί με τους Picabia, Man Ray (Μαν Ρέι), και Guillaume Apollinaire (Γκιγιώμ Απολλιναίρ), είχε ήδη εγκατασταθεί στη Νέα Υόρκη από το 1917 και ο ίδιος, παίζοντας το ρόλο του κριτικού συνομιλητή, έφερε την έννοια της αντι-τέχνης στη Νέα Υόρκη. Ένα από τα πιο σημαντικά κομμάτια του, Το μεγάλο γυαλί ή Η νύφη που γδύνεται γυμνή από τους αγάμους της, Ακόμα και (The Large Glass or Bride Stripped Bare by her Bachelors, Even) άρχισε στη Νέα Υόρκη το 1915 (και ολοκληρώθηκε το 1923) και θεωρείται ότι είναι ένα σημαντικό ντανταϊστικό ορόσημο, λόγω της απεικόνιση ενός παράξενου, ερωτικού δράματος, που χρησιμοποιεί αφηρημένες, μηχανικές φόρμες. Η απαξίωση του Duchamp για τις αστικές συμβάσεις υιοθετήθηκε από όλα τα μέλη του Νταντά. Αν και ο ίδιος δεν ήταν Σουρεαλιστής, βοήθησε στην επιμέλεια εκθέσεων στη Νέα Υόρκη, οι οποίες παρουσίαζαν τόσο ντανταϊστικά όσο και σουρεαλιστικά έργα.




ΦΡΑΣΕΙΣ

"Νταντά δεν σημαίνει κάτι... Διαβάζουμε στις εφημερίδες ότι οι νέγροι της φυλής Kroo αποκαλούν την ουρά της ιερής αγελάδας: νταντά (dada). Ο κύβος και η μητέρα, σε ορισμένες περιοχές της Ιταλίας, αποκαλούνται: Νταντά (Dada). Η λέξη για το παιδικό αλογάκι, η γκουβερνάντα για τα παιδιά, η διπλή κατάφαση στα ρωσικά και στα ρουμάνικα, είναι επίσης: ντα ντα (da da)."
- Tristan Tzara, Dada Manifesto

"Προσπαθήσαμε την τελειότητα· θέλαμε ένα αντικείμενο να είναι χωρίς ελάττωμα, έτσι κόψαμε τα χαρτιά με ένα ξυράφι, τα κολλήσαμε κάτω σχολαστικά, αλλά λύγισε και καταστράφηκε ... αυτός είναι ο λόγος που αποφασίσαμε να σχίσουμε προ-τσαλακωμένο χαρτί, έτσι ώστε στο ολοκληρωμένο έργο τέχνης η ατέλεια να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος, σαν κατά τη γέννηση ο θάνατος να ενσωματώθηκε."
- Hans Arp από το βιβλίο Ο Καλλιτέχνης στο στούντιό του, του Alexander Liberman

 

Error occured while saving commment. Please, try later.