Roy Lichtenstein Life and Art Periods

"Ποτέ δε ζωγραφίζω το ίδιο το αντικείμενο· ζωγραφίζω μόνο μια απεικόνιση του αντικειμένου - ένα είδος κρυσταλλωμένου συμβόλου του."

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο Roy Lichtenstein (Ρόι Λίχτενσταιν) ήταν ένας από τους πρώτους Αμερικανούς καλλιτέχνες της Ποπ αρτ (Pop Art), που απέκτησαν ευρεία φήμη και έγινε το αλεξικέραυνο για την κριτική, που δέχθηκε το κίνημα. Η πρώιμη δουλειά του είχε μεγάλη ποικιλία στο ύφος και στη θεματολογία και επιδείκνυε μεγάλη κατανόηση για τη ζωγραφική του μοντερνισμού. Ο Lichtenstein συχνά θεωρούσε ότι τον ενδιέφεραν τόσο οι αφηρημένες ιδιότητες των εικόνων του όσο και το θέμα τους. Ωστόσο, το ώριμο ποπ ύφος που κατέκτησε το 1961, το οποίο ήταν εμπνευσμένο από κόμικς, χαιρετήθηκε με κατηγορίες για κοινοτοπία, έλλειψη πρωτοτυπίας και, αργότερα, ακόμη και για αντιγραφή. Οι μεγάλου αντίκτυπου εικόνες έχουν γίνει από τότε συνώνυμες της ποπ αρτ και η μέθοδός του για τη δημιουργία εικόνων, η οποία ανέμειξε πλευρές της μηχανικής αναπαραγωγής και της ζωγραφικής με το χέρι, έχει γίνει κεντρική για την κατανόηση της σημασίας του κινήματος από τους κριτικούς.

ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ

Η τέχνη δέχτηκε αναφορές από την ποπ κουλτούρα καθ' όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά στα έργα του Lichtenstein το ύφος, το θέμα και οι τεχνικές αναπαραγωγής, που είναι κοινές στην ποπ κουλτούρα, φάνηκαν να επικρατούν στην τέχνη εξ ολοκλήρου. Το γεγονός αυτό σηματοδότησε μια μεγάλη στροφή από τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό, όπου συχνά τα τραγικά θέματα θεωρούνταν ότι πηγάζουν από την ψυχή των καλλιτεχνών. Οι εμπνεύσεις του Lichtenstein προέρχονταν από τον πολιτισμό, γενικότερα, και υποδήλωναν ελάχιστα για τα προσωπικά συναισθήματα του καλλιτέχνη.
Παρόλο που στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο Lichtenstein κατηγορήθηκε για αντιγραφή των εικόνων του από κινούμενα σχέδια, η μέθοδός του περιελάμβανε σημαντική μετατροπή των αρχικών εικόνων. Η έκταση αυτών των αλλαγών και το σκεπτικό του καλλιτέχνη να τις εισαγάγει, αποτελούσαν για καιρό κεντρικό θέμα σε συζητήσεις για τη δουλειά του, καθώς αυτό θα έδειχνε αν πάνω απ' όλα τον ενδιέφερε να παράγει ευχάριστες, καλλιτεχνικές συνθέσεις ή να σοκάρει τους θεατές του, με τις φανταχτερές επιπτώσεις της ποπ κουλτούρας.
Η έμφαση που έδωσε ο Lichtenstein στις μεθόδους βιομηχανικής παραγωγής -κυρίως μέσα από τη χαρακτηριστική χρήση των κουκίδων Ben-Day - υπογράμμισε ένα από τα κεντρικά διδάγματα της Ποπ αρτ, ότι όλες οι μορφές επικοινωνίας, όλα τα μηνύματα φιλτράρονται μέσα από κώδικες ή γλώσσες. Αναμφισβήτητα, έμαθε να εκτιμά την αξία των κωδικών από τα πρώτα στάδια της δουλειάς του, η οποία βασίστηκε σε ένα εκλεκτικό φάσμα της σύγχρονης ζωγραφικής. Αυτή η εκτίμηση είναι που ίσως αργότερα τον ενθάρρυνε να παράγει έργο εμπνευσμένο από τα αριστουργήματα της σύγχρονης τέχνης. Σε αυτά τα έργα υποστήριξε ότι η υψηλή και η λαϊκή τέχνη δε διαφέρουν· και οι δύο βασίζονται σε κώδικα.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ROY LICHTENSTEIN

Τα πρώτα χρόνια

Ο Roy Fox Lichtenstein (Ρόι Φοξ Λίχτενσταιν) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, σε μια οικογένεια με γερμανο-εβραϊκή καταγωγή. Μεγάλωσε στη βορειοδυτική πλευρά του Μανχάταν με τον πατέρα του Milton, έναν κτηματομεσίτη, τη μητέρα του Beatrice, νοικοκυρά, και τη μικρότερη αδερφή του Renee. Ως παιδί ο Lichtenstein περνούσε το χρόνο του ακούγοντας ραδιοφωνικά προγράμματα επιστημονικής φαντασίας, κάνοντας επισκέψεις στο Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, κατασκευάζοντας μοντέλα αεροπλάνων και ζωγραφίζοντας. Ως έφηβος καλλιεργούσε τα καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα, παρακολουθώντας μαθήματα ακουαρέλας στη Σχολή Σχεδίου Parsons και στο σχολείο ξεκίνησε ένα συγκρότημα τζαζ.

MORE

Η αρχική εκπαίδευση

Το 1940 ο Lichtenstein άρχισε να παρακολουθεί τα μαθήματα ζωγραφικής του Reginald Marsh (Ρέτζιναλντ Μαρς) στο Art Students League, παράγοντας έργο παρόμοιο με το κοινωνικό ρεαλιστικό ύφος του Marsh. Αργότερα τον ίδιο χρόνο ο Lichtenstein εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο, όπου σπούδασε σχέδιο, μαζί με βοτανική, ιστορία και λογοτεχνία. Δημιούργησε μορφές ζώων σε γλυπτική, καθώς και πορτρέτα και έργα νεκρής φύσης, επηρεασμένα από το έργο του Pablo Picasso (Πάμπλο Πικάσο) και του Georges Braque (Ζωρζ Μπρακ). Στο Πανεπιστήμιο ο Lichtenstein παρακολούθησε, επίσης, ένα μάθημα του Hoyt Leon Sherman (Σέρμαν), του οποίου οι θεωρίες για τη σχέση ανάμεσα στην όραση και την αντίληψη ή την "οργανωμένη αντίληψη" αποτέλεσαν σημαντικές έννοιες για τον Lichtenstein, καθώς η δουλειά του εξελισσόταν.

Το 1943 ο Lichtenstein κατετάγη στο στρατό. Ως μέρος των καθηκόντων του, παρακολούθησε μαθήματα μηχανικής στο Πανεπιστήμιο De Paul του Σικάγο. Επίσης, εργάστηκε ως υπάλληλος και συντάκτης, μεγεθύνοντας τις γελοιογραφίες της εφημερίδας του στρατού για το διοικητή του. Έπειτα ταξίδεψε με το στρατό στην Αγγλία, τη Γαλλία, το Βέλγιο και τη Γερμανία. Αφού απολύθηκε αξιότιμα το 1946, ο καλλιτέχνης επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο για να ολοκληρώσει τις σπουδές του στις Καλές Τέχνες. Τον επόμενο χρόνο εντάχθηκε στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου και εργάστηκε ως καθηγητής τέχνης. Η τέχνη του αυτή την περίοδο ήταν εμπνευσμένη από πτυχές του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού και του βιομορφικού Σουρεαλισμού.

Roy Lichtenstein Biography

Στα μετέπειτα χρόνια η δουλειά του συμπεριλήφθηκε σε εκθέσεις γκαλερί, όπως μια ομαδική έκθεση στη Γκαλερί Ten-Thirty στο Κλήβελαντ, όπου συνάντησε τη μελλοντική του σύζυγο Isabel Wilson, υπάλληλο στη γκαλερί. Μέχρι το σημείο αυτό, οι πίνακές του παρουσίαζαν μουσικούς, εργάτες στο δρόμο και οδηγούς αγώνων, οι οποίοι έχουν αποδοθεί σε βιομορφικές μορφές και με ύφος που θυμίζει το σουρεαλιστικό έργο του Paul Klee. Μέσα στα επόμενα χρόνια οι πίνακες του Lichtenstein εμφάνιζαν πουλιά και έντομα στο ίδιο σουρεαλιστικό ύφος, καθώς και μεσαιωνικά μοτίβα, κυρίως εικόνες ιπποτών και δράκων. Παράλληλα με τους πίνακες δύο διαστάσεων, ο Lichtenstein άρχισε να καλλιεργεί αυτό που θα αποτελούσε μακροχρόνιο ενδιαφέρον στη χρήση των πολλαπλών μέσων· στην πρώτη του ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη στη γκαλερί Carlebach (1951), εξέθεσε τρισδιάστατα σύνολα βασιλιάδων και αλόγων, κατασκευασμένα από ξύλο, μέταλλο και ευρεθέντα αντικείμενα (found objects).

Η ώριμη περίοδος

Αφού μετακόμισε στο Κλήβελαντ με την Isabel, ο Lichtenstein έκανε διάφορες εμπορικές και τεχνικές εργασίες. Η δουλειά του εκείνη την περίοδο εστιαζόταν σε μοτίβα με γελαδάρηδες (cowboys) και αυτόχθονες Αμερικανούς. Συγκεκριμένα, δημιούργησε ένα περιστρεφόμενο καβαλέτο για να μπορεί εύκολα να ζωγραφίζει από όλες τις πλευρές. Η μέθοδος εργασίας (η περιστροφή του καμβά) ήταν πιο επιτακτική για τον Lichtenstein: "Ζωγραφίζω τους πίνακές μου ανάποδα ή πλαγίως. Συχνά δε θυμάμαι καν το θέμα τους... Τα θέματα δεν είναι αυτά που μου κινούν το ενδιαφέρον". Το 1952 η Γκαλερί John Heller στη Νέα Υόρκη άρχισε να εκπροσωπεί το έργο του. Ο Lichtenstein δέχθηκε μια θέση βοηθού καθηγητή στο πανεπιστήμιο SUNY Oswego το 1957, όπου άντλησε το παχύ στρώμα χρώματος και τις αφηρημένες εικόνες από το αφηρημένο εξπρεσιονιστικό ύφος. Σε αντίθεση με τους εκπροσώπους του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού, άρχισε να ενσωματώνει φιγούρες στους καμβάδες του. Κάποιοι από τους πίνακές του φιλοξενούν χαρακτήρες, όπως ο Donald Duck και ο Mickey Mouse, κρυμμένους ανάμεσα σε άλλες απεικονιζόμενες μορφές. Ο Lichtenstein συνέχισε να διδάσκει, στη συνέχεια, στο Rutgers's Douglass College το1960 ως βοηθός καθηγητής, όπου γνώρισε τον Allan Kaprow (Άλαν Κάπροου). Ο Kaprow σύστησε τον Lichtenstein στους Claes Oldenburg, Lucas Samaras, Robert Watts, George Segal, Robert Whitman και άλλους, που ήταν βασικά μέλη της καλλιτεχνικής σκηνής των χάπενιγκς (happenings) κατά τις δεκαετίες του '50 και '60. Η ομάδα παρήγαγε μοναδικά παραστατικά έργα τέχνης, που διέφεραν κάθε φορά, ανάλογα με τη συμμετοχή του κοινού, αλλά ο Lichtenstein εμπνεύστηκε από το ενδιαφέρον τους για εικόνες κινουμένων σχεδίων.

Το 1961 ο Lichtenstein δημιούργησε τον πίνακα Look Mickey (Κοίτα Μίκι), το πρώτο του έργο σε κινούμενο σχέδιο, χρησιμοποιώντας κουκίδες Ben-Day, ένα εμπορικό είδος εκτύπωσης για βιβλία ή εικόνες κόμικς, όπου μικρές, τοποθετημένες κοντά, χρωματιστές κουκίδες συνδυάζονται για να δημιουργήσουν αντίθετα χρώματα. Αργότερα, χρησιμοποίησε κατά κόρον αυτές τις κουκίδες στους πίνακές του, τεχνική που καθόρισε το ύφος του. Η τεχνική, που ανέπτυξε εκείνη την περίοδο, αναμείγνυε πτυχές της σχεδίασης με το χέρι με τη μηχανική αναπαραγωγή. Μέχρι το 1963 είχε υιοθετήσει μια διαδικασία με την οποία αρχικά αναπαρήγαγε την επιλεγμένη εικόνα από μια γελοιογραφία με το χέρι, έπειτα πρόβαλε το σκίτσο χρησιμοποιώντας έναν αδιαφανή προβολέα, το αποτύπωνε πάνω σε έναν καμβά, γέμιζε την εικόνα με έντονα χρώματα και αποτύπωνε με stencil κουκίδες Ben-Day.

Roy Lichtenstein Photo

Το 1961, ο ιδιοκτήτης γκαλερί Leo Castelli άρχισε να παρουσιάζει τη δουλειά του Lichtenstein, προσφέροντάς του μια ατομική έκθεση το 1962, η οποία ουσιαστικά αύξησε τη φήμη και τα έσοδα του καλλιτέχνη. Η φήμη του δεν ήρθε χωρίς πολεμική. Οι συνθέσεις του εξόργισαν κάποιους θεατές και ώθησαν το περιοδικό Life να τον αποκαλέσει "έναν από τους χειρότερους καλλιτέχνες στην Αμερική", αν και με περιπαικτικό τρόπο. Ωστόσο, ο Lichtenstein σύντομα άρχισε να παρουσιάζει τη δουλειά του σε μεγάλες εθνικές εκθέσεις. Κατά τη δεκαετία του 1960, συνέχισε να χρησιμοποιεί την τεχνική με τις κουκίδες Ben-Day, σε εικόνες γυναικών και σκηνές μάχης του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου, όπως στο Drowning Girl (Κορίτσι που πνίγεται, 1963), κυρίως προσαρμοσμένο από θέματα κόμικς. Αυτοί οι εμπνευσμένοι από κόμικς πίνακες καθιέρωσαν τον Lichtenstein ως μία από τις ιδιαίτερα εξέχουσες και άμεσα αναγνωρίσιμες φιγούρες της Ποπ αρτ, ταυτόχρονα σεβαστό και επονείδιστο για τις προκλήσεις του, όσον αφορά την κατανόηση της "καλής Τέχνης."

Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Lichtenstein άρχισε να δημιουργεί τοιχογραφίες μεγάλης κλίμακας, η πρώτη από τις οποίες δημιουργήθηκε το 1964 για την Παγκόσμια Έκθεση στο Flushing του Queens. Προχωρώντας πέρα από απεικονίσεις μορφών, ο Lichtenstein διεύρυνε τη χρήση των κουκίδων Ben-Day, καθώς και των έντονων, συμπαγών χρωμάτων για την απεικόνιση τοπίων, όπως στο Yellow Landscape (Κίτρινο τοπίο, 1965). Τέτοια έργα συχνά ενσωμάτωναν βιομηχανικά υλικά, όπως πλεξιγκλάς, μέταλλο και ένα γυαλιστερό πλαστικό που ονομάζεται Rowlux, αντανακλώντας το συνεχές ενδιαφέρον του καλλιτέχνη για τη χρήση μέσων πέρα από το απλό χρώμα και τον καμβά. Ο Lichtenstein άρχισε, επίσης, να δημιουργεί κεραμικά γλυπτά και μια σειρά από πίνακες γιγάντιων πινελιών, όπως στα καρτούν, που κάλυπταν τον καμβά, εικόνες που φαίνονταν να διακωμωδούν τη χρήση της πινελιάς από τους Αφηρημένους Εξπρεσιονιστές ως υπογραφή και εργαλείο ατομικής έκφρασης. Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '60 σήμανε το χωρισμό του από τη σύζυγό του Isabel και λίγα χρόνια μετά, το γάμο του με τη Dorothy Herzka.

Ο Lichtenstein άρχισε να παράγει εκτυπώσεις το 1962, χρησιμοποιώντας την τεχνική λιθογραφίας offset, που χρησιμοποιούταν πιο συχνά στην εμπορική εκτύπωση, και ξεκίνησε μια μακροχρόνια συνεργασία με το στούντιο χαρακτικής Gemini G.E.L. το1969. Τη δεκαετία του 1970 άφησε τη Νέα Υόρκη για το Southampton, όπου εμπνευσμένος από τους εκπροσώπους του μοντερνισμού, δημιούργησε έργα νεκρής φύσης και άλλα, με ποικίλες υφές και υλικά. Η γλυπτική αποτέλεσε σημαντική εστίαση αυτή την περίοδο, και ιδίως η χρήση του μπρούτζου, τον οποίο χρησιμοποιούσε για να δημιουργήσει μεγάλα, χρωματισμένα γλυπτά καθημερινών αντικειμένων, όπως λάμπες, στάμνες και φλυτζάνια του καφέ που αχνίζουν. Ο Lichtenstein, επίσης, δημιούργησε μια σειρά από πίνακες που περιείχαν καθρέφτες, εμπνευσμένος από την ιστορική χρήση καθρεφτών στη ζωγραφική, για να δημιουργηθεί ένας χώρος πέρα από τον καμβά, αλλά και από τα αφηρημένα σχέδια που χρησιμοποιούνταν για να συμβολίζουν καθρέφτες στις γραφικές τέχνες.

Τα τελευταία χρόνια

Κατά το 1980 ο Lichtenstein ζωγράφιζε από μια μεγάλη ποικιλία επιρροών στη δουλειά του, αντλώντας έμπνευση από το Σουρεαλισμό, τον Κυβισμό και το Γερμανικό Εξπρεσιονισμό, και χρησιμοποιώντας διαφορετικούς τύπους μέσων. Επανίδρυσε ένα στούντιο στο Μανχάταν και επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό, καθώς και για τη Γεωμετρική Αφαίρεση. Δημιούργησε μια σειρά εσωτερικών χώρων σπιτιού κατά τη δεκαετία του 1990, βασίζοντας τα σχέδιά του σε διαφημίσεις του Χρυσού Οδηγού. Επιπλέον, συνέχισε να δημιουργεί μεγάλους πίνακες και γλυπτά για δημόσιους χώρους. Το 1995 έλαβε το Εθνικό Μετάλλιο Τεχνών. Μετά το θάνατό του το1997 ιδρύθηκε το Ίδρυμα Roy Lichtenstein, το 1999.

ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ

Ο Roy Lichtenstein είχε κρίσιμο ρόλο, ανατρέποντας το σκεπτικισμό για το εμπορικό ύφος και τη θεματολογία, που καθιερώθηκε από τους Αφηρημένους Εξπρεσιονιστές. Αγκαλιάζοντας την "ταπεινή" τέχνη, όπως τα βιβλία κόμικς και τη λαϊκή εικονογράφηση ο Lichtenstein έγινε μια από τις πιο σημαντικές φιγούρες στο κίνημα της Ποπ αρτ. Παρόλο που οι πίνακές του με καρτούν και κόμικς αποτελούν το πιο αναγνωρίσιμο έργο του, είχε μια παραγωγική και κάπως εκλεκτική καριέρα, που αντλούσε από τον Κυβισμό, το Σουρεαλισμό και τον Εξπρεσιονισμό. Όμως, ο επαναπροσδιορισμός της λαϊκής κουλτούρας μέσα από το φακό της παραδοσιακής ιστορίας της τέχνης είναι αυτό που αποτέλεσε σημαντική επιρροή για τις μετέπειτα γενιές καλλιτεχνών, καθώς η Ποπ αρτ συνέχισε να ενημερώνει σημαντικά το Μεταμοντερνισμό.


ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ROY LICHTENSTEIN

"Η χρήση από μέρος μου των ομοιόμορφα επαναλαμβανόμενων κουκίδων, των διαγώνιων γραμμών και των επίπεδων περιοχών χρώματος υποδηλώνουν ότι η δουλειά μου βρίσκεται εκεί ακριβώς που είναι, πάνω στον καμβά και, σίγουρα, δεν είναι ένα παράθυρο στον κόσμο."

"Οι ορατές πινελιές σε έναν πίνακα μεταφέρουν μια αίσθηση μεγαλειώδους χειρονομίας. Αλλά στα χέρια μου, η πινελιά γίνεται μια απεικόνιση μεγαλειώδους χειρονομίας. Επομένως, η αντίφαση ανάμεσα στο τί απεικονίζω και στο πώς το απεικονίζω είναι έντονη. Η πινελιά έγινε πολύ σημαντική για τη δουλειά μου"

"Υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, που έχουν δυναμική και ζωτική σημασία για την εμπορική τέχνη."

"Όλοι οι καλλιτέχνες αφηρημένης τέχνης προσπαθούν να σας πουν πως αυτό που κάνουν προέρχεται από τη φύση, κι εγώ πάντα προσπαθώ να σας πω ότι αυτό που κάνω είναι τελείως αφηρημένο."

"Όποτε χρησιμοποίησα εικόνες καρτούν, τις χρησιμοποίησα ειρωνικά."

 

Error occured while saving commment. Please, try later.