"Όποιος θέλει να μάθει κάτι για μένα - σαν καλλιτέχνη, κάτι που από μόνο του είναι σημαντικό - πρέπει να κοιτάξει προσεκτικά τις εικόνες μου και εκεί να ψάξει και να αναγνωρίσει ποιός είμαι και τί θέλω."
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο Αυστριακός ζωγράφος Gustav Klimt (Γκουστάβ Κλιμτ) ήταν ο πιο αναγνωρισμένος υποστηρικτής στη Βιέννη της Art Nouveau, (Αρ Νουβό = Νέα Τέχνη), γνωστής στη Γερμανία και ως Jugensdstil (Ύφος της Νεότητας). Μνημονεύεται ως ένας από τους σπουδαιότερους διακοσμητικούς ζωγράφους του εικοστού αιώνα, ο οποίος επίσης δημιούργησε ένα από τα πιο σπουδαία σύνολα ερωτικής τέχνης του αιώνα. Αρχικά πετυχημένος ως συμβατικός ακαδημαϊκός ζωγράφος, η συνάντησή του με πιο σύγχρονες τάσεις στην Ευρωπαϊκή τέχνη, τον ενθάρρυναν να αναπτύξει το δικό του εκλεκτικό και συχνά φανταστικό ύφος. Η θέση του ως συνιδρυτή και πρώτου προέδρου της Vienna Secession (Απόσχιση της Βιέννης) εξασφάλισαν, επίσης, ότι το στυλ του θα γινόταν ευρέως σημαίνον - αν και η απευθείας επιρροή του Klimt σε άλλους καλλιτέχνες ήταν περιορισμένη. Ποτέ δε δημιούργησε σκάνδαλα, αλλά το σκάνδαλο ήταν παρόν στην καριέρα του, και, αν και δεν παντρεύτηκε ποτέ, λέγεται ότι ήταν πατέρας δεκατεσσάρων παιδιών.
ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ GUSTAV KLIMT
Τα πρώτα χρόνια
Γεννημένος από τον Ernst Klimt (Ερνστ Κλιμτ), ένα χαράκτη χρυσού και μετανάστη από τη Βοημία, και την Anna Finster (Άννα Φίνστερ), μία φιλόδοξη αλλά αποτυχημένη μουσικό, ο Gustav Klimt ήταν το δεύτερο από επτά παιδιά, και μεγάλωσε στο μικρό προάστιο Baumgarten, νοτιοδυτικά της Βιέννης. Η οικογένεια Klimt ήταν φτωχή, καθώς η εργασία ήταν σπάνια τα πρώτα χρόνια της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, ειδικά για μετανάστες, κάτι που οφειλόταν, ως επί το πλείστον, στην κατάρρευση του χρηματιστηρίου του 1873.
Μεταξύ του 1862 και του 1884, η οικογένεια Klimt μετακόμιζε συχνά, αλλάζοντας τουλάχιστον πέντε διαφορετικές διευθύνσεις, ψάχνοντας διαρκώς φθηνότερο σπίτι. Επιπρόσθετα στις οικονομικές δυσκολίες, η οικογένεια έζησε αρκετές τραγωδίες στο σπίτι. Το 1874 η Anna, η μικρότερη αδερφή του Klimt, πέθανε σε ηλικία πέντε ετών μετά από μακρά ασθένεια. Σύντομα μετά από το θάνατο της Anna, η αδερφή του Klara υπέστη ψυχική κατάρρευση, έχοντας υποκύψει σε θρησκευτική θέρμη.
Σε νεαρή ηλικία, ο Klimt και τα δυο του αδέρφια, Ernst και Georg, επέδειξαν προφανή καλλιτεχνικά χαρίσματα ως σχεδιαστές, ζωγράφοι και τεχνίτες. Ο Gustav όμως, ξεχώρισε από τους εκπαιδευτές του ως εξαιρετικός σχεδιαστής, ενώ φοιτούσε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τον Οκτώβριο του 1876, ενώ ήταν δεκατεσσάρων ετών, ένας συγγενής τον ενθάρρυνε να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις για την Kunstgewerbeschule, τη Βιεννέζικη Σχολή Τεχνών και Χειροτεχνιών, τις οποίες πέρασε με διάκριση. Αργότερα είπε ότι σκόπευε να γίνει διδάσκαλος σχεδίου και να λάβει θέση διδάσκοντος στο Burgerschule, το Βιεννέζικο ισοδύναμο του βασικού δευτεροβάθμιου δημόσιου σχολείου του 19ου αιώνα, στο οποίο και αυτός είχε φοιτήσει.
Ο Klimt ξεκίνησε την επίσημη εκπαίδευσή του στη Βιέννη, σε μία εποχή γνωστή ως η Ringstrasse Era (Ringstrasse είναι η Περιφερειακή Οδός), όταν η πόλη υποβαλλόταν σε μαζική αλλαγή. Το κέντρο κατασκευάστηκε ως ένας γιγαντιαίος δακτύλιος και η αστική τάξη υποστήριζε τις τέχνες, όπως ποτέ άλλοτε. Μαζί με το νεόδμητο δημοτικό σιδηρόδρομο, η άφιξη των ηλεκτρικών φανών των δρόμων και των μηχανικών της πόλης να εκτρέπουν τον Δούναβη, για να αποφευχθούν οι πλημμύρες, η Βιέννη εισερχόταν στη Χρυσή Εποχή της βιομηχανίας, της έρευνας και της επιστήμης. Ένα πράγμα που δεν είχε ακόμα η Βιέννη, ωστόσο, ήταν ένα επαναστατικό πνεύμα προς τις τέχνες.
Εκπαίδευση και πρώιμη επιτυχία
Το πρόγραμμα σπουδών και οι διδακτικές μέθοδοι του Kunstgewerbeschule ήταν σχετικά παραδοσιακά για την εποχή, κάτι που ο Klimt ποτέ δεν αμφισβήτησε ή προκάλεσε. Μέσω εντατικής εκπαίδευσης στο σκίτσο, επιφορτίστηκε με την προσεκτική αντιγραφή διακοσμήσεων, σκίτσων και γύψινων εκμαγείων κλασσικών γλυπτών. Όταν απέδειξε την αξία του σε αυτό τον τομέα, μόνο τότε του επετράπη να ζωγραφίζει σκηνές απ΄ τη ζωή.
Ο Κlimt εντυπωσίασε τους καθηγητές του απ' την αρχή, λαμβάνοντας σύντομα μέρος σε ένα ειδικό μάθημα, που εστίαζε στη ζωγραφική. Κι εκεί, ο Klimt επέδειξε αριστοτεχνικά χαρίσματα, στο να ζωγραφίζει ζωντανές μορφές και στο να εργάζεται με διάφορα εργαλεία, συμπεριλαμβανομένων του πινέλου και του μαλακού μολυβιού. Η εκπαίδευση του νεαρού καλλιτέχνη συμπεριλάμβανε επίσης στενή μελέτη των έργων του Titian (Τισιανού), του Rubens (Ρούμπενς) και του Hans Makart (Χανς Μακάρτ), του πιο διάσημου Βιεννέζου ιστορικού ζωγράφου της εποχής της Ringstrasse.
Ο Klimt έγινε ένθερμος θαυμαστής του Makart, και ειδικότερα της τεχνικής του, η οποία μεταχειριζόταν δραματικά αποτελέσματα του φωτός και μία έκδηλη αγάπη για τη θεατρικότητα και τη φαντασμαγορία. Κάποια στιγμή, κι ενώ ήταν ακόμα σπουδαστής, λέγεται ότι ο Klimt δωροδόκησε έναν από τους υπηρέτες του Makart για να τον αφήσει να μπει στο στούντιο του ζωγράφου, έτσι ώστε να μπορέσει να μελετήσει τα πιο πρόσφατα έργα, που ήταν σε εξέλιξη.
Λίγο πριν φύγει απ' το Kunstgewerbeschule, στην τάξη ζωγραφικής του Klimt ήρθαν ο νεαρότερος αδερφός του Ernst και ένας νεαρός ζωγράφος που λεγόταν Franz Matsch, (Φραντζ Ματς), ο οποίος ήταν ένας ακόμα χαρισματικός Βιεννέζος καλλιτέχνης, που εξειδικευόταν σε διακοσμητικά έργα μεγάλης κλίμακας. Ο Klimt και ο Matsch τελείωσαν αμφότεροι τις σπουδές τους το 1883 και μαζί νοίκιασαν ένα μεγάλο στούντιο στη Βιέννη. Παρά την κίνηση αυτή και την πρώιμη επιτυχία του, ο Klimt συνέχισε να κατοικεί με τους γονείς του και τις αδερφές του.
Ο Klimt και ο Matsch σύντομα έγιναν καλλιτέχνες με μεγάλη ζήτηση ανάμεσα στην πολιτιστική ελίτ της πόλης, που περιλάμβανε επιφανείς αρχιτέκτονες, άτομα της υψηλής κοινωνίας και δημοσίους υπαλλήλους. Απ' τις αρχές του 1880, ο Klimt και ο Matsch προτάθηκαν από τον καθηγητή τους στη ζωγραφική Ferdinand Laufberger (Φέρντιναντ Λάουφμπέργκερ), να αναλάβουν ένα έργο τεσσάρων πινάκων, εκ μέρους μιας Βιεννέζικης αρχιτεκτονικής εταιρείας με εξειδίκευση στο θεατρικό σχεδιασμό. Το 1888, το Δημοτικό Συμβούλιο της Βιέννης ανέθεσε σε κάθε καλλιτέχνη να δημιουργήσει έναν πίνακα ως ιστορικό αρχείο του παλιού θεάτρου της πόλης, που ονομαζόταν Burgtheater, το οποίο θα κατεδαφιζόταν. (Εν τω μεταξύ, το νέο Burgtheater είχε ήδη κατασκευαστεί μέσα στην Περιφερειακή Οδό της Βιέννης· ο Klimt και ο Matsch σύντομα θα καλούνταν να διακοσμήσουν και αυτό το θέατρο.) O πίνακας του Klimt, The Auditorium of the Old Burgtheater (Η Αίθουσα του Παλαιού Θεάτρου, 1888-89), μεταχειριζόταν μία μοναδική προοπτική, έχοντας ζωγραφίσει την αίθουσα από την πλεονεκτική θέση της σκηνής, αντί για καθαυτή την αίθουσα.
Η ώριμη περίοδος
Μέχρι το τέλος του 1892, και ο μικρότερος αδερφός του Klimt Εrnst και ο πατέρας τους είχαν πεθάνει, ο αδερφός του μάλιστα σχετικά ξαφνικά μετά από μάχη με την περικαρδίτιδα. Οι θάνατοι αυτοί επηρέασαν βαθιά τον Klimt, ο οποίος είχε απομείνει οικονομικά υπεύθυνος για την μητέρα του, τις αδερφές του, τη χήρα του αδερφού του και την κόρη τους, που ήταν βρέφος. Η χήρα του Εrnst, Helene Floge, και η μεσοαστική οικογένειά της είχαν σπίτια και στην πόλη και στην εξοχή, όπου ο Klimt έγινε συχνός φιλοξενούμενος. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του, ο Klimt ξεκίνησε μια στενή φιλία με την αδερφή της Helene, την Emilie Floge, η οποία θα διατηρούνταν για το υπόλοιπο της ζωής του.
Ο ρυθμός της δουλειάς του Klimt μειώθηκε μετά τους θανάτους του αδερφού του και του πατέρα του. Ο καλλιτέχνης, επίσης, ξεκίνησε να αμφισβητεί τις συμβάσεις της ακαδημαϊκής ζωγραφικής, κάτι που οδήγησε σε ρήγμα ανάμεσα στον Klimt και τον μακροχρόνιο συνέταιρό του Matsch. Το 1893, η Καλλιτεχνική Συμβουλευτική Επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας προσέγγισε τον Matsch, για μία ανάθεση της διακόσμησης για το ταβάνι της Μεγάλης Αίθουσας του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Ο Klimt τελικά έλαβε μέρος στο έργο (κατόπιν ζήτησης είτε του Matsch είτε του Υπουργείου), αλλά αυτή η συνεργασία θα ήταν η τελευταία ανάμεσα στους δύο άνδρες. Στο τέλος, ο Klimt παρήγαγε περίπου τριάντα εννέα πίνακες ταβανιού για τη Μεγάλη Αίθουσα, συμπεριλαμβανομένων των Medicine (Ιατρική) (1900-07), Philosophy (Φιλοσοφία) (1899-1907) και Jurisprudence (Νομική) (1897-98), όπου όλοι χρησιμοποιούσαν έναν υψηλά διακοσμητικό συμβολισμό, σημειώνοντας σημαντική στροφή στη στάση του Klimt απέναντι στη ζωγραφική και την τέχνη γενικότερα. Και οι τρεις πίνακες καταστράφηκαν το 1945, κατά την υποχώρηση των Γερμανικών δυνάμεων.
Προέκυψε αρκετή διαμάχη σχετικά με τους πίνακες του Klimt για το πανεπιστήμιο, εν μέρει λόγω του γυμνού σε κάποιες φιγούρες της Ιατρικής, και εν μέρει λόγω κατηγοριών ότι η χρήση του συμβολισμού ήταν ασαφής. Το 1897 αποκήρυξε την ιδιότητά του ως μέλος της Kunstlerhaus, της ηγετικής οργάνωσης καλλιτεχνών της Βιέννης, της οποίας ήταν μέλος από το 1891 (παραπονέθηκε για το μονοπώλιό τους στις πωλήσεις τέχνης και στις εκθέσεις). Αυτή του η κίνηση τον ενθάρρυνε να βοηθήσει στην ίδρυση της οργάνωσης Vienna Secession (Απόσχιση της Βιέννης, γνωστή και ως Ένωση των Αυστριακών Καλλιτεχνών), μαζί με τους Josef Hoffmann (Γιόζεφ Χόφμαν), Koloman Moser (Κολομάν Μόζερ) και Joseph Maria Olbrich (Γιόζεφ Μαρία Όλμπριχ), οι οποίοι σχεδίασαν και έχτισαν το Κτίριο της Απόσχισης το 1897. Ο Klimt χρίστηκε ιδρυτής πρόεδρος της Απόσχισης. Οι ιδρυτικές της αρχές ήταν οι εξής: να δίνει σε νέους και αντισυμβατικούς καλλιτέχνες μία διέξοδο, για να επιδεικνύουν τη δουλειά τους· να εκθέσει τη Βιέννη σε σπουδαία έργα ξένων καλλιτεχνών (δηλαδή τους Γάλλους Ιμπρεσιονιστές, τους οποίους το Kunstlerhaus είχε αποτύχει να εκθέσει)· και να δημοσιεύει ένα περιοδικό, το οποίο τελικά ονομάστηκε Ιερή Άνοιξη.
Οι αρχικές εκθέσεις της Απόσχισης έτυχαν ευρείας αναγνώρισης από το κοινό και προκάλεσαν εκπληκτικά λίγες διαμάχες, δοθέντος του γεγονότος ότι οι Βιεννέζοι είχαν λίγη ή καθόλου έκθεση στην μοντέρνα τέχνη. Το 1902 οι Αποσχιστές διοργάνωσαν την 14η Έκθεση της Βιέννης, μία γιορτή του συνθέτη Ludwig von Beethoven (Λούντβιχ φον Μπετόβεν). Για την έκθεση αυτή, ο Klimt ζωγράφισε το διάσημο έργο του Beethoven Frieze (Το Αέτωμα του Μπετόβεν - 1902), ένα τεράστιο και σύνθετο έργο το οποίο, παραδόξως, δεν έκανε συγκεκριμένη αναφορά σε κάποια από τις συνθέσεις του Μπετόβεν. Αντιθέτως, θεωρήθηκε ως μία σύνθετη, λυρική και υψηλά διακοσμημένη αλληγορία του καλλιτέχνη ως Θεού.
O Klimt δημιούργησε κάποιους απ' τους πιο γνωστούς του πίνακες κατά τη διάρκεια της συμμετοχής του στην Απόσχιση, περίοδος που κράτησε μέχρι το 1908. Αυτά τα έργα περιλαμβάνουν τα πορτρέτα Judith I (Τζούντιθ Ι - 1901) και Adele Bloch-Bauer I (Αντέλε Μπλοχ-Μπάουερ Ι - περ. 1907), το Field of Poppies (Λιβάδι με Παπαρούνες - 1907) και The Kiss (Το Φιλί, 1907-08), τα οποία όλα αποτελούν την αποκαλούμενη "Χρυσή Φάση" του καλλιτέχνη. Το προσωπικό ύφος του Klimt, το οποίο συνδύαζε πλουσίως στοιχεία από προ-μοντέρνες και μοντέρνες εποχές, είχε ωριμάσει πλήρως πια. Η χρήση φύλλων χρυσού και ασημιού θύμιζε Βυζαντινά μωσαϊκά· η εφαρμογή επαναλαμβανόμενων σπειρών υποδήλωνε τόσο το αφηρημένο όσο και το Μυκηναϊκό στολισμό· και τα πορτρέτα του με γυναίκες - όπως το Expectation (Προσδοκία, 1905-09) - συχνά συνδύαζαν ένα μοντέρνο αισθησιασμό με τα μοτίβα της Ανατολίτικης τέχνης και τα Ιαπωνικά "σχέδια κολόνες" (pillar prints), τα οποία ο Klimt συνέλλεγε ευλαβικά.
Τα τελευταία χρόνια
Για τα δέκα περίπου τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Klimt μοίραζε αρκετό από το χρόνο του ανάμεσα στο στούντιο και τον κήπο του στο Heitzing, και το εξοχικό της οικογένειας Floge, όπου εκείνος και η Emilie περνούσαν πολλές ημέρες μαζί. Αν και αναμφισβήτητα υπήρχε ρομαντικός δεσμός μεταξύ τους, πιστεύεται ευρέως ότι οι δυο τους ποτέ δεν ενέδωσαν στη σαρκική επιθυμία. Κατά τη διάρκεια αυτών των καλοκαιριών ο Klimt δημιούργησε πολλούς από τους εκπληκτικούς, αν και σε μεγάλο βαθμό υποτιμημένους πίνακες τοπίων σε υπαίθρια ζωγραφική (plein air), όπως The Park (Το Πάρκο, 1909-10), συχνά από την πλεονεκτική θέση μιας βάρκας με κουπιά ή ένα ανοιχτό λιβάδι. Εξάλλου, εκτός από το να είναι αφοσιωμένος στην οικογένεια, ο Klimt είχε δύο αγάπες: τη ζωγραφική και τις γυναίκες, και η όρεξή του και για τα δύο ήταν εμφανώς ακόρεστη.
Ενώ ο Klimt δεν αλλοίωσε το θεματικό του υλικό κατά τα τελευταία του χρόνια, το ζωγραφικό του στυλ υπέστη σημαντικές αλλαγές. Καταργώντας ευρέως τη χρήση χρυσών και ασημένιων φύλλων, και τα στολίδια εν γένει, ο καλλιτέχνης άρχισε να χρησιμοποιεί διακριτικά μείγματα χρωμάτων, όπως το λιλά, το κοραλλί, το σομόν και το κίτρινο. Ο Klimt επίσης δημιούργησε έναν ιλιγγιώδη αριθμό σκίτσων και μελετών εκείνη την εποχή, η πλειοψηφία των οποίων ήταν γυναικεία γυμνά, κάποια τόσο ερωτικά που μέχρι και σήμερα σπάνια εκτίθενται.
Επιπλέον, πολλά από τα μεταγενέστερα πορτρέτα του Klimt με γυναίκες, έχουν εξυμνηθεί για την ευρύτερη προσοχή του καλλιτέχνη στο χαρακτήρα και ένα υποτιθέμενο νέο ενδιαφέρον για ομοιότητα. Αυτά τα στοιχεία είναι εμφανή στο δεύτερο πορτρέτο του της Adele Bloch-Bauer (Αντέλε Μπλοχ-Μπάουερ - 1912), ένα πορτρέτο της νεαρής Mada Primavesi (Μάντα Πριμαβέζι - 1913) και το παράξενα ερωτικό The Friends (Οι Φίλοι, περ. 1916-17), που απεικονίζει κατά τα φαινόμενα ένα ζευγάρι λεσβιών - η μία γυμνή και η άλλη ντυμένη - μπροστά από ένα στυλιζαρισμένο φόντο με πουλιά και λουλούδια.
Στις 11 Ιανουαρίου του 1918 ο Klimt υπέστη εγκεφαλικό, που τον άφησε παράλυτο στη δεξιά του πλευρά. Κλινήρης και μην έχοντας πλέον τη δύναμη να ζωγραφίσει, ούτε καν να σκιτσάρει, ο Klimt προφανώς έχασε την επιθυμία να ζήσει, και στις 6 Φεβρουαρίου πέθανε από γρίπη. Κατά την εποχή του θανάτου του, η αφηρημένη ζωγραφική, για να μην αναφέρουμε τον Κυβισμό, το Φουτουρισμό, το Ντανταϊσμό και τον Κονστρουκτιβισμό, είχε αιχμαλωτίσει τη φαντασία (και τα πορτοφόλια) των Ευρωπαίων σε όλη την ήπειρο. Το σύνολο του έργου του Gustav Klimt πλέον θεωρούνταν μέρος μίας ξεπερασμένης εποχής στη ζωγραφική, η οποία ακόμα εστίαζε σε ανθρώπινες και φυσικές μορφές, αντί στην αποδόμηση ή ολοκληρωτική αποποίηση αυτών των πραγμάτων.
ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ
Ο Gustav Klimt δεν παντρεύτηκε ποτέ· δεν έκανε ποτέ ούτε μία αυτοπροσωπογραφία του· και ποτέ δεν υποστήριξε ότι ήταν επαναστατικός στην τέχνη με κανέναν τρόπο. Σπάνια άφηνε τη γενέτειρά του Αυστρία και τη μοναδική φορά που επισκέφθηκε το Παρίσι, έφυγε από εκεί χωρίς να έχει εντυπωσιαστεί καθόλου. Με την πρωτοποριακή Απόσχιση, ο πρωταρχικός σκοπός του Klimt ήταν να τραβήξει την προσοχή σε υποτιμημένους Βιεννέζους καλλιτέχνες και, έπειτα, να τραβήξει την προσοχή των καλλιτεχνών αυτών στον ευρύτερο κόσμο της μοντέρνας τέχνης, πέρα από τα σύνορα της Αυστρίας. Υπό αυτή την έννοια, ο Klimt ευθύνεται για τη βοήθεια να μεταμορφωθεί η Βιέννη σε πρωταγωνιστικό κέντρο για την κουλτούρα και τις τέχνες, στην αλλαγή του αιώνα. Όμως η επιρροή του σε άλλους καλλιτέχνες και επακόλουθα κινήματα ήταν αρκετά περιορισμένη. Με τον ίδιο τρόπο που ο Klimt σεβόταν τον Hans Makart, αλλά στο τέλος παρέκκλινε από το στυλ του, νεότεροι Βιεννέζοι καλλιτέχνες όπως ο Egon Schiele (Έγκον Σίλε) και ο Oskar Kokoschka (Όσκαρ Κοκόσκα), σέβονταν τον Klimt απ' την αρχή, αλλά μόνο για να ωριμάσουν σε περισσότερο ημι-αφηρημένες και Εξπρεσιονιστικές μορφές ζωγραφικής.
Ενώ κάποιοι κριτικοί και ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τα έργα του Klimt δεν θα έπρεπε να συμπεριληφθούν στον κανόνα της μοντέρνας τέχνης, το έργο του - ιδιαίτερα οι πίνακες με ημερομηνίες μετά τα 1900 - παραμένει εντυπωσιακό για τους οπτικούς συνδυασμούς του παλαιού και του μοντέρνου, του πραγματικού και του αφηρημένου. Ο Klimt δημιούργησε τα σπουδαιότερα έργα του σε μια εποχή αλλαγής και ριζοσπαστικών ιδεών και αυτά τα στοιχεία είναι εμφανή στους πίνακές του.
ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ GUSTAV KLIMT
"Όλη η τέχνη είναι ερωτική."
"Mπορώ να ζωγραφίζω και να σχεδιάζω. Αυτό το πιστεύω εγώ και κάποιοι άλλοι άνθρωποι λένε ότι το πιστεύουν και αυτοί. Ωστόσο δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είναι αλήθεια."
"Δεν υπάρχει τίποτα ιδιαίτερο να δει κανείς όταν με κοιτά. Είμαι ένας ζωγράφος που ζωγραφίζει, μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει, απ' το πρωί ως το βράδυ - εικόνες μορφών και τοπία, σπανιότερα πορτρέτα."